top

Κρίση του νερού και νεοφιλελεύθερη διαχείριση

νεροΑν και δεν λείπουν βασικές πληροφορίες για το νερό… O ετήσιος «τζίρος» του νερού αστικής χρήσης, χωριστά το εμφιαλωμένο, σε μια χώρα σαν τη Γαλλία φτάνει τα 13 δις. Ευρώ, ένα μέσο νοικοκυριό πληρώνει στις εταιρείες ύδρευσης/αποχέτευσης  600  Ευρώ το χρόνο, η μέση τιμή του νερού στη Γαλλία είναι 2,5 φορές υψηλότερη απ’ την αντίστοιχη μέση τιμή στην Ελλάδα και 2 φορές χαμηλότερη απ’ τη Γερμανία. Στις χώρες αυτές το αρδευτικό νερό κάπως τιμολογείται, εδώ, σ’ εμάς, η κοστολόγηση του αρδευτικού νερού είναι, ακόμη κι’ όταν γίνεται, πλασματική. Η περίφημη κοινοτική οδηγία 2000/86 όμως κάποια στιγμή θα εφαρμοστεί, τότε θα πάμε προς κοινό τιμολογιακό καθεστώς, κοινές πολιτικές και κοινά μέτρα.. Κι’ η ελληνική (ιδιαίτερα υδροβόρος) γεωργία ; Το μέλλον της μάλλον δυσοίωνο εκτός αν… Αυτά τα ελάχιστα για την «οικονομική διάσταση» του προβλήματος..  Κι’ όμως το νερό είναι φτηνό και δεν καλύπτεται η δαπάνη για μια σωστή διαχείρισή του. Η εξάντληση των μη ανανεώσιμων πόρων, η σπατάλη, η ρύπανση κι’ άλλα μύρια όσα συνεχίζονται, παρά τα κάποια μέτρα και τις όποιες πολιτικές.. Εν τω μεταξύ 3,2 εκατομμύρια άνθρωποι το χρόνο πεθαίνουν από διαρρεϊκά επεισόδια, άλλοι 800.000 από σχιστοσομιάση, κλπ, λόγω κακής ποιότητας νερού –βλ. «τρίτος κόσμος»- το ένα χιλιοστό απ’ όσους χρεώθηκε ο φοβερός Μπεν Λάντεν το 2001..  Αυτά τα ελάχιστα για την «περιβαλλοντική  διάσταση» του προβλήματος..  Για ένα αφρικανό η νόρμα των αναπτυξιακών ευρωπαϊκών προγραμμάτων υπολογίζει 25 λιτ/ημέρα, για ένα Ευρωπαίο 250-300, ο μέσος αμερικανός καταναλώνει 500-700 ανάλογα με την πολιτεία.. Ο Ισραηλινός «δικαιούται» 9 φορές περισσότερο νερό από τον Παλαιστίνιο, ο Τίγρης, ο Ευφράτης, ο Σενεγάλης αλλά και ο Νείλος κ.α.  προμηνύουν πόλεμο… Αυτά τα ελάχιστα για την «γεωπολιτική διάσταση» του προβλήματος… Το κίνημα των 20 εκατομμυρίων (τόσα είναι τα καταγεγραμμένα μέλη του) Ινδών ενάντια το κολοσσιαίο φράγμα Ναρμαντά, το μαχητικό κίνημα (1999/2000) της Κοτσαμπάμπα, η μεγάλη διαδήλωση 300.000 Ισπανών στην Βαρκελώνη το 2002 ενάντια στο «εθνικό υδρολογικό πλάνο», κ.λ.π. μερικές από τις  πρώτες (?) κοινωνικοπολιτικές απαντήσεις…  

  • Εξάντληση και καταστροφή των φύσης, των ζωτικών, υλικών έως και αισθητικών, διαθεσίμων και χαρακτηριστικών  της ;  Έγραψε γιαυτά, πριν 200 χρόνια, κι’ Τζων Στίουαρτ Μιλ, είχαν προηγηθεί και πολλοί  άλλοι…
  • Άραγε, όλοι αυτοί έβλεπαν   ήδη από τότε κάτι,   κάποιο κίνδυνο ανηλεή που, σήμερα, μετά από αιώνες πολιτισμών, οι άνθρωποι  δεν βλέπουν ή, κι’αν ορισμένοι βλέπουν, οι συνειδήσεις  δεν μπορούν ν’ αφυπνιστούν ;
  • Να δεχτούμε συνεπώς ότι  ενώ  «ευαισθησία κι’  ομορφιά», «ασύνειδη εμπειρία και διαίσθηση», «φανταστική ενατένιση του παρελθόντος και του μέλλοντος» δένουν,  με περίεργους τρόπους,  ανθρώπους   και φύση, ανθρώπους και νερό,  από το πολύ μακρινό παρελθόν, οι άνθρωποι αυτοί είναι λίγοι, τουλάχιστον λιγότεροι απ’  όσους  μια τέτοια  σχέση  χρειάζεται για να επιβιώσει ;
  • Αν αναφέρεται ο Τ.Στ. Μιλ ξεχωριστά, είναι γιατί αυτός (παραφράζοντας  τον Μίσσιο..)  «μίλησε αλλά και πέθανε νωρίς».   Την  αυγή της νέας, της   βιομηχανικής εποχής. Μίλησε τότε που ο αναδυόμενος καπιταλισμός φαινόταν  «άλλος», τότε που  πολλοί  απ’ όσους τον  μελέτησαν, τον φαντάστηκαν και τον  επαγγέλθηκαν,  μέσα σ’αυτούς κι’ ο ίδιος ο Μιλ, τον  έβλεπαν  πρωταρχικά μέσα από  την  φιλελεύθερη και νεωτερική του όψη. Οι άλλες όψεις, οι σκοτεινές για κοινωνία και  φύση,  υποκείμενες αμφότερες σε απάνθρωπη και «αφύσικη» εκμετάλλευση,  θεωρήθηκαν  ιάσιμες.  Ο  καπιταλισμός ήταν πρόοδος, είχε μέλλον, αρκούσε, έλεγαν,  νάχει ανθρώπινο πρόσωπο, να σέβεται τη φύση και να αναπτύσσει τον πολιτισμό του. Τότε όμως ήταν μόλις η αυγή…
  • Λέγονται και σήμερα αυτά, τα λένε κι’ όσοι επαγγέλθηκαν ή επιχείρησαν να χτίσουν  αργότερα το  αντίπαλό του  δέος, τον σοσιαλισμό, σαν το απλό ανεστραμμένο οικονομικό  του είδωλο, σαν ένα μεταμορφωμένο  καπιταλισμό…
  • Κι’ ας μη περάσαμε γραμμικά και βαθμιαία στο σήμερα, κι’ ας  είχε προηγηθεί στο μεταξύ  ο Μαρξ, κι’ ας γεννήθηκε τότε η πρώτη  επαναστατική κοινωνική θεωρία, κι’ ας γράφτηκε η  πρώτη επιστημονική κριτική της πολιτικής οικονομίας, στηριγμένη    στην πανάρχαιη  «ολιστική θεώρηση»,  κάπου, επαναστατική θεωρία και πράξη έμειναν ανολοκλήρωτες.
  • Σχεδιασμός, κράτος πρόνοιας και δικαίου, έννοιες και πρακτικές ενσωματωμένες σε δυο μεγάλα και αλληλοσυγκρουόμενα κοινωνικο-οικονομικά παραδείγματα, το ένα σοσιαλδημοκρατικό,  το άλλο  σοσιαλιστικό, έδειχναν ν’ αποτελούν   μια κάποια εγγύηση. Που όμως η πράξη τα διέψευσε και το κοινωνικό σώμα αφέθηκε να ασελγεί, λιγότερο στο «σώμα του εχθρού…» και περισσότερο στο σώμα του πλανήτη.
  • Τελικά,  μας έμεινε ο καπιταλισμός. Και δεν έφτασε μόνο αυτό. Τώρα τελευταία, στις μέρες μας, ήρθαν, κι’ όπως φαίνεται εγκαταστάθηκαν, δύο ακόμη «συμφορές», η  μεγάλη καταιγίδα της κλιματικής αλλαγής και, ταυτόχρονα,  ο νεοφιλελεύθερος «πολιτισμός».  Μια κλιματική αλλαγή που απειλεί τα ζωτικά στοιχεία του πλανήτη κι’ ένας νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός με πολλά προσωπεία, άλλα παλαιάς «πρωτόγονης» υφής, άλλα πρωτόγνωρης πολυπλοκότητας και απροσδιοριστίας,  αλλά  με μία ουσία, έναν εγγενώς αδίστακτο, απορυθμιστικό και απρόβλεπτο κοινωνικό και περιβαλλοντικό κανιβαλισμό.
  • Είναι  οι «νέες συμφορές» αναστρέψιμες ή όχι ; Η απάντηση   δεν είναι εύκολη, άλλωστε, περάσαμε πια σε μια εποχή κλονισμένων βεβαιοτήτων. Υπάρχουν όμως και μερικές   βεβαιότητες  κι’ αυτές έχουν σχέση με τις προϋποθέσεις της αναστροφής.
  • Η πρώτη αφορά τους  κοινωνικούς όρους της επικείμενης, θέλουμε να ελπίζουμε,  αναμέτρησης. Οι κοινωνικοί και πολιτικοί συσχετισμοί πρέπει ν’ αλλάξουν δραματικά, η σύγκρουση των κοινωνικών υποκειμένων με την άλλη πλευρά κι’ η εσωτερική σύγκρουση του κάθε ανθρώπου με τον αλλοτριωμένο εαυτό του  πρέπει σήμερα να είναι καθολική και ανεξάντλητη.
  • Η δεύτερη, που προφανώς  νοηματοδοτεί και στηρίζει την πρώτη, αφορά την γνώση.  Το σύνολο των δεδομένων, ποσοτικών και ποιοτικών, που χαρακτηρίζουν τη σημερινή κατάσταση  του πλανήτη, οι στρατηγικές και οι πολιτικές των κέντρων ισχύος και απόφασης, η σχέση επικαθορισμού  της κυρίαρχης οικονομικής και κοινωνικής ορθολογικότητας  στους ζωτικούς περιβαλλοντικούς παράγοντες, οι νέες μορφές διείσδυσης του  οικονομικού σκοπού στο σώμα της φύσης κι’ οι νέοι νομιμοποιητικοί-ιδεολογικοί μηχανισμοί τους, επιβάλλουν προσεκτική παρατήρηση, ρεαλιστική, μεθοδική αλλά και «αντι-μεθοδική»1, επιστημονικά έγκυρη αλλά  και ελεύθερη, μη «διαβρωμένη»,  ανάλυση. Το νεοφιλελεύθερο υπόδειγμα αξιοποίησης του ζωτικού πόρου που είναι το νερό, όπως το θίγουμε αμέσως παρακάτω,  αποτελεί χρήσιμο παράδειγμα «πλοήγησης» στους σκόπιμα κατασκευασμένους λαβυρίνθους των νεοφιλελεύθερων διαχειριστικών  προτύπων.
  • Η κλιματική αλλαγή δεν είναι κάτι καινούργιο. Ο πλανήτης γνώρισε πολλές , κάποιες από αυτές τον άλλαξαν ριζικά. Ακόμη κι’ όταν, πολύ πρόσφατα, εμφανίστηκε ο άνθρωπος στη γη, κι’ ακόμη πιο πρόσφατα, όταν άρχισε να χτίζει κοινωνίες και  χώρους, σημαντικά κλιματικά  φαινόμενα επηρέασαν βαθιά  την έμβια-φυσική-κοινωνική ζωή  και διατάραξαν τις «εξελικτικές γραμμές» με κρίσεις, ασυνέχειες και μεταλλαγές.
  • Τότε όμως η ανθρώπινη δράση στη γη ήταν συγκριτικά ασήμαντη. Τότε δεν απειλήθηκε ο αέρας και το νερό,  τότε δεν υπήρχε καπιταλισμός στη νεοφιλελεύθερη μορφή του και βέβαια τότε το, όποιο2,  οικονομικό σύστημα δεν έβαζε στόχο να κυριεύσει, εμπορευματοποιήσει και, τέλος,  να μονοπωλήσει  το πόσιμο νερό. .
  • Ο καπιταλισμός εισδύει στις μέρες μας στον τομέα του νερού. Το νερό μετατράπηκε από ελεύθερο φυσικό αγαθό- κοινωνικοοικονομικά προσδιορισμένο ως αξία χρήσης– σε παραγόμενο προϊόν- κοινωνικοοικονομικά προσδιορισμένο ως ανταλλακτική αξία, παίρνοντας με αυτό τον τρόπο κεντρική θέση στην νεότερη κοινωνική και οικονομική θεωρία. Ωστόσο η  ανάλυση του προβλήματος της διαχείρισής του3, ακολουθεί  διαδρομές μέσα από ένα ευρύ σύνολο θεματικών περιοχών, που δεν έχουν  ακόμη  διερευνηθεί και συντεθεί ως ενιαίο, θεωρητικά και εμπειρικά θεμελιωμένο, σώμα.
  • Φαινόμενα συγκέντρωσης των δραστηριοτήτων του τομέα σε ισχυρές εταιρίες ή ομίλους παρατηρήθηκαν ήδη απ’ τις αρχές του 20ου αιώνα, τα οποία εντάθηκαν στις δεκαετίες ’50 και ’60. Έως και τη δεκαετία του ’70, οι εταιρίες υδάτων είχαν σχεδόν αποκλειστικό τομέα δράσης το νερό (υπηρεσίες ύδρευσης/ αποχέτευσης). Έκτοτε, και σε συνδυασμό με την αυξανόμενη κινητικότητα των κεφαλαίων σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, παρουσιάζεται επέκταση σε άλλους τομείς όπως τα δημόσια έργα ακόμη και οι τηλεπικοινωνίες ή τα Μ.Μ.Ε. Παράλληλα, παρατηρείται και η αντίστροφη κίνηση καθώς εισχωρούν στον τομέα του νερού ισχυρά, υπερεθνικά αναπτυσσόμενα,  συγκροτήματα από άλλους τομείς οικονομικής δραστηριότητας, εντασσόμενες στην αποκαλούμενη «βιομηχανία νερού». Η βιομηχανία νερού περιλαμβάνει βιομηχανίες σωλήνων, αντλιών και άλλων εξοπλισμών. Ορισμένες από τις μεγάλες εταιρίες νερού στη Γαλλία, το Ηνωμένο βασίλειο και τις ΗΠΑ είναι παράλληλα βιομηχανίες αγαθών και εξοπλισμών που χρησιμοποιούνται στα υδροσυστήματα. Στην ίδια περίοδο (των τελευταίων δύο δεκαετιών), αυξάνονται με υψηλούς ρυθμούς οι εκχωρήσεις δικαιωμάτων εκμετάλλευσης από τις Δημόσιες Αρχές (Τ.Α. κτλ) ή αστικούς συνεταιρισμούς προς τις μεγάλες εταιρίες του τομέα.
  • Στον τομέα του νερού ο ανταγωνισμός χαρακτηρίζεται ως –τουλάχιστον- ατελής. Η οικονομική επιστήμη προσεγγίζει το πρόβλημα με τις έννοιες  του φυσικού μονοπωλίου, της μονοπωλιακής προσόδου, της ασύμμετρης πληροφορίας, της απόσπασης προσόδου από την ρυθμιστική αρχή, κτλ.
  • Το κράτος κι’   ειδικότερα η Τοπική Αυτοδιοίκηση, καλούνται να επιλέξουν ανάμεσα στις δύο θεμελιώδεις οργανωτικές μορφές που ορίζει η οικονομική των επιχειρήσεων στους τομείς κοινής ωφέλειας:
  • Την άμεση δημόσια διαχείριση
  • Την εκχώρηση της διαχείρισης σε τρίτους

WaterdropΗ πρώτη μορφή υπακούει πρωταρχικά σε πολιτικές και κοινωνικές λογικές και σε μικρότερο βαθμό σε τεχνικοοικονομικές παραμέτρους. Η δεύτερη μορφή, γίνεται με κριτήρια οικονομικοτεχνικής ορθολογικότητας και αποτελεσματικότητας δηλαδή κερδοφορίας. Η ιδιωτική επιχείρηση, ως κύριος παράγοντας της βιομηχανικής οργάνωσης του τομέα, ανάλογα με τα πρότυπα (οικονομικά, τεχνικά, θεσμικά-νομικά) που της παρέχει η σύμβαση, επηρεάζει καθοριστικά τις τιμές (σχεδόν πάντα ανοδικά), την ποιότητα των υπηρεσιών (μακροπρόθεσμα οδηγεί σε υποβάθμισή τους) και (γενικότερα) αποδυναμώνει τη δυνατότητα υλοποίησης πολιτικών αειφορικής διαχείρισης των υδατικών πόρων. Η ευρωπαϊκή και προπαντός η λατινοαμερικανική εμπειρία  γνωρίζει αρκετά παραδείγματα «αιχμαλωσίας» της τοπικής αυτοδιοίκησης και των καταναλωτών από ισχυρές εταιρίες υδάτων, στις οποίες ανατέθηκε το σύνολο ή το σημαντικότερο μέρος των δράσεων του τομέα.

  • Αυτή η τάση σηματοδοτεί, αφενός τον επαναπροσδιορισμό του ανταγωνιστικού πλαισίου και, αφετέρου, την ανάδειξη του ρόλου της Ρυθμιστικής Αρχής. Μετά την κρίση του ΄30, το καπιταλιστικό κράτος άρχισε παρεμβαίνει ρυθμιστικά μεταξύ ενός ραγδαία αναπτυσσόμενου προτύπου παραγωγής (λόγω των οργανωτικών και τεχνολογικών εξελίξεων του βιομηχανικού τομέα) και ενός τελματωμένου προτύπου κατανάλωσης, προωθεί την κοινωνική ρύθμιση (κράτος πρόνοιας) και τη νομισματική ρύθμιση.
  • Ωστόσο, το περιγραφόμενο πλαίσιο, στο βαθμό που επιδιώκει πραγματικές ισορροπίες μεταξύ Αγοράς και Ρύθμισης, είναι  δύσκολο έως αδύνατο  να συγκροτηθεί. Απαιτεί πολιτικούς συσχετισμούς που σήμερα σε πολύ λίγες χώρες υπάρχουν. Το κράτος που δομήθηκε για να οργανώσει και κατευθύνει αυτές τις ρυθμιστικές λειτουργίες σήμερα, σε συνθήκες φιλελευθεροποίησης της αγοράς και διεύρυνσης του ανταγωνισμού,  αποδομείται.

 

  1. Χρήσιμο το ξαναδιάβασμα του Fayeraben
  2. Τα αρδευτικά συστήματα στην Ανατολή αποτέλεσαν μια ιδιαίτερη, καθόλου όμοια με το σήμερα, περίπτωση
  3. «πολιτική οικονομία του νερού»,  το  πραγματικό αντικείμενο της σημερινής συζήτησης για την διαχείρισή του.

Σχολιασμός

Πρέπει να συνδεθείτε για να παραθέσετε σχόλιο.

top
©2013 pissias.gr | made by vairin